Tag: Λιπανση

Ιχνοστοιχεία στη λίπανση του αμπελιού. Η περίπτωση του μαγνησίου Mg

  Τα φυτά προσλαμβάνουν το μαγνήσιο με τη μορφή του δισθενούς ιόντος. Γενικά τα συμπτώματα έλλειψης εμφανίζονται ως μεσονεύρια χλώρωση των γηραιοτέρων φύλλων. Το μαγνήσιο αποτελεί απαραίτητο συστατικό της χλωροφύλλης αλλά και της λειτουργικής ικανότητας του ΑΤΡ σε πολλές αντιδράσεις. Είναι υπεύθυνο για την ενεργοποίηση 

Η λίπανση του αμπελώνα επηρεάζεται από την επιλογή του υποκειμένου

Από τα σημαντικότερα κομμάτια της διαχείρισης του αμπελώνα είναι η λίπανση. Για την κατάρτιση του κατάλληλου προγράμματος λίπανσης για κάθε αμπελώνα και για κάθε ποικιλία ξεχωριστά , θα πρέπει οι παραγωγοί να αντιλαμβάνονται τη λειτουργία των θρεπτικών συστατικών που εφαρμόζουν στον αμπελώνα και να γνωρίζουν το 

Τι πρέπει να προσέχουμε κατά την εφαρμογή αζωτούχων λιπασμάτων στο αμπέλι μας

Όταν εφαρμόζουμε άζωτο σε έναν αμπελώνα για να διορθώσουμε έλλειψη ή να διατηρήσουμε το επίπεδο του στο αμπέλι σε επαρκή επίπεδα είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η ανεξέλεγκτη χρήση του αζώτου ασκεί καθοριστική επίδραση στη σύσταση της σταφυλής και στην παραγωγή. Όταν το περιεχόμενο άζωτο στα φυτά είναι υψηλό , η σύσταση της σταφυλής επηρεάζεται κυρίως από τις συνέπειες της αυξημένης βλαστικής ανάπτυξης (π.χ. μικροκλίμα του βλαστικού τοίχους).

Το υψηλό άζωτο μπορεί να διαταράξει την ισορροπία του φυτού , και να οδηγήσει σε περιορισμένο εφοδιασμό με υδρογονάνθρακες αν το φυτό οδηγηθεί σε υπερβολικό φορτίο ή σε αυξημένη βλαστική ανάπτυξη. Η εφαρμογή αυξημένων ποσοτήτων αζώτου επιδρά  τόσο στην βλαστική ανάπτυξη όσο και στην παραγωγή. Πειραματικά δεδομένα έδειξαν κατά επανάληψη ότι η βλαστική ανάπτυξη επικρατεί σε βάρος της παραγωγής (Kliewer 1971, Kliewer and Cook 1971, Kliewer 1980, Wolf at al. 1983, Ahmedullah et al. 1987, Wolf and Pool 1988, Tan and Crabtree 1990).

Η μείωση της παραγωγής που προκύπτει από την εφαρμογή υψηλών ποσοτήτων αζώτου στον αμπελώνα ερμηνεύεται σε σημαντικό βαθμό από τις αλλαγές στο μικροκλίμα του βλαστικού τοίχους ως αποτέλεσμα της σκίασης στη ζώνη ανανέωσης (Kliewer 1980).

Αν το μέγεθος της πηγής ( π.χ. η φυλλική επιφάνεια για τη σύνθεση υδρογονανθράκων) δεν αυξάνει ανάλογα με το μέγεθος των δεκτών (π.χ. παραγωγή , και αποθησαυριστικοί ιστοί) , μπορεί να προκληθεί ανταγωνισμός για υδρογονάνθρακες μεταξύ ανταγωνιστικών δεκτών , με αποτέλεσμα χαμηλότερες συγκεντρώσεις  ποιοτικών συστατικών στη ράγα (Kliewer and Ough 1970).

Ο Kliewer (1977a) διαπίστωσε ότι η προσθήκη υψηλών ποσοτήτων αζώτου είχε ως αποτέλεσμα το μειωμένο χρωματισμό των ραγών και μειωμένες συγκεντρώσεις των ολικών διαλυτών στερεών.

 Επιπρόσθετα , οι μεταβολές του μικροκλίματος των φυτών ως αποτέλεσμα της περιορισμένης διείσδυσης του φωτός και της μεταβολής της θερμοκρασίας , κατά κύριο λόγο , μπορούν να επηρεάσουν το ρυθμό της φωτοσύνθεσης και με αυτό τον τρόπο την ποσότητα των προϊόντων φωτοσύνθεσης που σχηματίζονται (Kriedemann 1968).

Με δεδομένο τα χαρακτηριστικά του οποιουδήποτε συστήματος υποστήριξης , η αυξανόμενη ζωηρότητα συνεπάγεται αυξημένη πυκνότητα με αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση του μικροκλίματος του βλαστικού τοίχους (Smart et al. 1985, Wolf and Pool 1988, Bell and Robson 1999).

Η αυξημένη πυκνότητα έχει ως αποτέλεσμα στη μείωση της αναλογίας μεταξύ των μη σκιαζόμενων και σκιαζόμενων φύλλων (Bell 1994). Αυτό έχει τη δυνατότητα να περιορίσει την παραγωγή προϊόντων φωτοσύνθεσης γιατί ένα αυξανόμενος αριθμός φύλλων δεν φωτοσυνθέτουν κατά το μέγιστο δυνατό λόγω της αλληλοσκίασης των φύλλων (Mullins et al. 1992).

Η αλλαγή στο μικροκλίμα του βλαστικού τοίχους συνεπάγεται τη διαφοροποίηση ενός αριθμού περιβαλλοντικών παραγόντων μέσα στο βλαστικό τοίχος , όπως η ηλιακή ακτινοβολία , η θερμοκρασία , η ταχύτητα του ανέμου και η εξάτμιση  (Smart 1985). Το φως και η θερμοκρασία ασκούν ισχυρή επίδραση στο μεταβολισμό της ράγας (Iland 1989a,b).

Η αυξημένη πυκνότητα βλάστησης οδηγεί στην χαμηλή διείσδυση του φωτός και σε χαμηλές θερμοκρασίες στη ζώνη καρποφορίας , το οποίο μπορεί να είναι ευεργετικό ή καταστροφικό ανάλογα με τις επικρατούσες κλιματικές συνθήκες.

 

Πηγή : Bell S-J and P.A. Henschke , 2005. Implications of nitrogen nutrition for grapes , fermentation and wine. Australian Journal of Grape and Wine Research 11 , 242-295.

Πώς Η Προσθήκη Αζώτου Στον Αμπελώνα Επιδρά Στη Συγκέντρωση Των Αμινοξέων.

Τα κύρια αμινοξέα συνιστούν μια σημαντική πηγή αφομοιώσιμου αζώτου για τις ζύμες , όμως , διαφέρουν ως προς την αποτελεσματικότητα τους (Cooper 1982, Jiranek et al. 1995a,b). Κάποια από τα αμινοξέα αποτελούν πρόδρομες ενώσεις για πτητικές ενώσεις που σχηματίζονται κατά τη ζύμωση πχ, οι ανώτερες 

Επίδραση της αζωτούχου θρέψης στα σταφύλια τη ζύμωση και τον οίνο.

Η διαχείριση της θρέψης της αμπέλου έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει τη σύσταση των ραγών και τελικά στη σύνθεση του οίνου , η οποία με τη σειρά της την ποιότητα και την αξία του παραγόμενου προϊόντος. Το άζωτο αποτελεί σημαντικό μακροστοιχείο με βασικό ρόλο σε 

Παράγοντες Που Επηρεάζουν Την Αζωτούχο Θρέψη Του Αμπελιού

Αν υποτεθεί ότι εκλείπουν άλλοι περιοριστικοί παράγοντες (πχ ανεπάρκεια νερού) , η εφαρμογή ανόργανου αζώτου παρέχει στο αμπέλι μια εύκολα διαθέσιμη μορφή αζώτου , και κατά συνέπεια αυξάνει το άζωτο στα φυτά το οποίο συνήθως διαπιστώνεται με την ανάλυση των μίσχων.

Η επίδραση στο ρυθμό ανάπτυξης , στην παραγωγή και στη σύνθεση της σταφυλής εξαρτάται από την αζωτούχο θρέψη του φυτού πριν από την εφαρμογή του αζώτου στον αμπελώνα.

Πολύ είναι οι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την αζωτούχο θρέψη της αμπέλου. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η ποικιλία και/ή το υποκείμενο (Ough et al. 1968a , Christensen 1984 , Huang and Ough 1989 , Stines et al. 2000) , η τοποθεσία , το κλίμα και το έδαφος (Huang and Ough 1989) οι καλλιεργητικές πρακτικές όπως η διαχείριση του εδάφους (Bell et al. 1979 , Maigre and Aerny 2001 , Spring 2001) , το σύστημα υποστύλωσης (Kliewer et al. 1991, Miele et al. 2000) , η αλληλοσκίαση της βλάστησης (Smart et al. 1988, Perez-Harvey and Witting 2001) , η θερμοκρασία στο βλαστικό τοίχος (Ewart and Kliewer 1977) , η μορφή του αζώτου , ο χρόνος και η ποσότητα εφαρμογής (Kliewewr 1971 , Bell et al. 1979 , Chang and Kliewer 1991 , Peacock et al. 1991 , Spayd et al. 1994, Bell and Robson 1999 , Conradie 2001). Συνοπτικά , η αντίδραση της αμπέλου σε συγκεκριμένες φροντίδες ή σε ένα σύνολο επιβεβλημένων συνθηκών και οι επακόλουθες επιδράσεις στη σύνθεση της σταφυλής είναι αποτέλεσμα μιας σειράς αλληλεπιδράσεων μεταξύ γενετικών χαρακτηριστικών , περιβαλλοντικών παραγόντων και καλλιεργητικών πρακτικών .

 Η αρχική ποσότητα αζώτου στα φυτά της αμπέλου , θα καθορίσει πως αυτά θα αντιδράσουν στην εφαρμογή αζωτούχου λίπανσης. Αυτή θα προκαλέσει μια σειρά διαδικασιών που θα επηρεάσουν άμεσα ή έμμεσα την τελική σύσταση της σταφυλής.

Πηγή : Bell S-J and P.A. Henschke , 2005. Implications of nitrogen nutrition for grapes , fermentation and wine. Australian Journal of Grape and Wine Research 11 , 242-295.

Προσθήκη Αζώτου Στον Αμπελώνα. Επίδραση Στο Αφομοιώσιμο Από Τις Ζύμες Άζωτο

Η προσθήκη αζώτου στα φυτά της αμπέλου αυξάνει τη συγκέντρωση του αζώτου στη ράγα . Πολλά συστατικά της ράγας τα οποία συμβάλλουν στη γεύση και στο άρωμα του οίνου επηρεάζονται από την προσθήκη αζώτου άμεσα ή έμμεσα. Έτσι αλλαγές στη συγκέντρωση και τη σύνθεση των 

Ρόλος Των Θρεπτικών Στοιχείων στη φυσιολογία του αμπελιού

Κατά τη διάρκεια του ετήσιου βλαστικού κύκλου στο αμπέλι μπορεί να σημειωθούν ελλείψεις θρεπτικών που επηρεάζουν τη φυσιολογία των φυτών. Οι ελλείψεις θρεπτικών στοιχείων μπορούν να επηρεάσουν το μέγεθος , το χρώμα , τη χημική σύσταση , την απόδοση και το προσδόκιμο ζωής μεμονωμένων οργάνων 

Καλές καλλιεργητικές πρακτικές για την ελαχιστοποίηση των απωλειών αζώτου

Καλές καλλιεργητικές πρακτικές για την ελαχιστοποίηση των απωλειών αζώτου:

  • Ο χρόνος εφαρμογής και η ποσότητα να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις της καλλιέργειας για να αποφεύγονται οι ανεπίκαιρες και λαθεμένες προσθήκες αζώτου:
    • Η προσθήκη προγραμματίζεται και διανέμεται με βάση τις ανάγκες και το στάδιο ανάπτυξης της καλλιέργειας.
    • Καμία προσθήκη εκτός της βλαστικής περιόδου ή πριν από την αγρανάπαυση.
    • Προσθήκη των άριστων ποσοτήτων σύμφωνα με ένα σχέδιο λίπανσης.
    • Αναπροσαρμογή του προγράμματος λίπανσης κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου , βασισμένη σε αναλύσεις.
    • Ισορροπημένη θρέψη των φυτών σε όλα τα θρεπτικά στοιχεία , η οποία προάγει την αποτελεσματικότητα των εφαρμογών αζώτου.
  • Φυτοκάλυψη σε όλη τη διάρκεια του χρόνου ( συγκαλλιέργεια , αζωτοδεσμευτικά φυτά) , για να αποφεύγονται περίοδοι με ακάλυπτο έδαφος.
  • Αποτελεσματική χρήση των οργανικών λιπασμάτων ζωικής προέλευσης και της λυματολάσπης.
    • Εφαρμογή την άνοιξη όταν τα φυτά μπορούν να αξιοποιήσουν καλύτερα το οργανικό άζωτο.
    • Προσθήκη με τη χρήση εξελιγμένων τεχνικών που επιτρέπουν την άμεση ενσωμάτωση με στόχο τη μείωση των απωλειών.
  • Ενσωμάτωση άχυρου για την ακινητοποίηση του ανόργανου αζώτου πριν από το χειμώνα.
  • Καλλιέργεια του εδάφους την άνοιξη για να αποφευχθεί η ανοργανοποίηση του αζώτου που ακολουθεί την φθινοπωρινή και χειμωνιάτικη καλλιέργεια.

Τα ανόργανα λιπάσματα συμβάλλουν περίπου στο 10% των συνολικών εκπομπών αέριας αμμωνίας , υπάρχουν όμως διαφορές ανάμεσα στους διάφορους τύπους λιπασμάτων. Η ούρια και τα ανόργανα λιπάσματα αμμωνιακής μορφής διαθέτουν μεγαλύτερο δυναμικό εκπομπής αερίου κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Για τα ανόργανα λιπάσματα η μέση απώλεια με τη μορφή της αέριας αμμωνίας κυμαίνεται από μηδέν (για τα καθαρά νιτρικά λιπάσματα) , 1-3% (για τα λιπάσματα νιτρικού αμμωνίου) , 8% ( για τα διαλύματα ουρίας /  νιτρικού αμμωνίου) και πλέον του 15% για την επιφανειακά εφαρμοζόμενη ουρία (ECETOC , 1994). ECETOC: European Center for Ecotoxicology and Toxicology of Chemicals.

 Η εξάτμιση της αμμωνίας αυξάνεται από :

  • Υψηλό εδαφικό pH
  • Χαμηλή ρυθμιστική ικανότητα των Η+
  • Υψηλή θερμοκρασία / ακτινοβολία
  • Υψηλή ταχύτητα ανέμου

Η εξάτμιση της αμμωνίας περιορίζεται από :

  • Υψηλή διηθητική ικανότητα
  • Υψηλή περιεκτικότητα σε ορυκτά της αργίλου
  • Αύξηση του οργανικού άνθρακα ( > 1,5% οργανικού άνθρακα )
  • Επαρκή εδαφική υγρασία
  • Βροχόπτωση / άρδευση μετά από την εφαρμογή
  • Ενσωμάτωση στο έδαφος

Πηγή : Kummer Karl-Friedrich (BASF AG) and Chris Dawson and Associates , (2003). Understanding Nitrogen and its Use in Agriculture. Published by European Fertillizer Manufacturers Association (EFMA).

Διαχείριση λίπανσης στον αμπελώνα

Η θρέψη αποτελεί ένα από τα σημαντικά συστατικά της διαχείρισης του αμπελώνα. Η θρέψη έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει ποικίλους παράγοντες που σχετίζονται με την παραγωγή της αμπέλου , όπως η καρπόδεση , η ποιότητα του καρπού και η ποιότητα του τελικού προϊόντος. Η θρέψη 

Τυποι Αζωτουχων Λιπασματων

Οι γεωργοί της δυτικής Ευρώπης είχαν πάντοτε στη διάθεση μεγάλη ποικιλία τύπων λιπασμάτων. Η σημερινή χρήση μιας ποικιλίας προϊόντων είναι αποτέλεσμα πειραματισμού και πρακτικής εφαρμογής χρήσης διαφορετικών πηγών αζώτου σε μεγάλο αριθμό καλλιεργειών και εδαφών σε διαφορετικές ευρωπαϊκές κλιματικές συνθήκες. Από το 1970 και μετά 

Πώς η λίπανση με κάλιο στο αμπέλι επηρεάζει τη συσσώρευση στις ράγες και την οινοποίηση

Το κάλιο είναι απαραίτητο στοιχείο για όλους τους ζώντες οργανισμούς. Ξεχωρίζουν τέσσερις κατηγορίες φυσιολογικών – βιοχημικών διεργασιών στα φυτά για τις οποίες είναι αναγνωρισμένη η σημασία του καλίου.

  • Η ενεργοποίηση των ενζύμων (Leigh and Wyn Jones 1984, Walker et al. 1998).
  • Οι διαδικασίες μεταφοράς και μετακίνησης των θρεπτικών μέσω των κυτταρικών μεμβρανών (Salisbury and Ross 1992, p. 157, Patrick et al. 2001).
  • Η εξουδετέρωση των ανιόντων που είναι απαραίτητη για τη διατήρηση του δυναμικού των μεμβρανών (Maathuis and Sanders 1996, Leigh 2001).
  • Και η ρύθμιση του ωσμωτικού δυναμικού που είναι απαραίτητη για τη διατήρηση των υδατικών σχέσεων στα φυτά (Davies and Zhang 1991), τη διατήρηση της σπαργής και την αύξηση.

Αν και ορισμένα άλλα κατιόντα μπορούν να αντικαταστήσουν το κάλιο σε κάποιες από τις παραπάνω λειτουργίες ,  η δράση του καλίου είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς οι μεμβράνες των φυτικών κυττάρων εμφανίζουν υψηλή διαπερατότητα σε αυτό , και ταυτόχρονα είναι από τα πιο διαδεδομένα κατιόντα στους φυτικούς ιστούς.

Η πρόσληψη του καλίου από τις ρίζες των φυτών καθορίζεται από τη διαθεσιμότητα του στο έδαφος  και από την ανάπτυξη και την κατανομή του ριζικού συστήματος. Οι παράγοντες αυτοί επηρεάζονται από τις φυσικές (μηχανική σύσταση , υγρασία , διαπερατότητα και βάθος) και από τις χημικές (pH , σύσταση)  ιδιότητες του εδάφους.

Το κάλιο που υπάρχει στο έδαφος δεν είναι όλο διαθέσιμο για τα φυτά. Απαντάται σε τέσσερις μορφές , οι οποίες με σειρά διαθεσιμότητας είναι οι παρακάτω :

  • Το περιεχόμενο στο εδαφικό διάλυμα
  • Το ανταλλάξιμο
  • Το δεσμευμένο ( μη ανταλλάξιμο)
  • Το περιεχόμενο στα ορυκτά (Sparks and Huang 1985, Sparks 1987).

Οι μορφές αυτές του καλίου στο έδαφος βρίσκονται σε δυναμική ισορροπία. Ο ρυθμός πρόσληψης του καλίου από τις ρίζες των φυτών και τα χαρακτηριστικά του εδάφους όπως η ορυκτολογική του σύνθεση (ο τύπος και η ποσότητα των ορυκτών του εδάφους , η επίδραση του χρόνου σε αυτά και το μέγεθος των εδαφικών κλασμάτων) ,η υγρασία ,το pH και η δομή καθορίζουν τη μορφή του καλίου που επικρατεί στο έδαφος(Sparks and Huang 1985, Northcote 1992, Horra et al. 2000, Zeng and Brown  2000).

Η πρόσληψη του καλίου μπορεί να επηρεαστεί από την παρουσία άλλων κατιόντων. Σε ψηλές συγκεντρώσεις άλλων κατιόντων η πρόσληψη του καλίου μπορεί να μειωθεί. Για παράδειγμα σε αλατούχα εδάφη όπου το Να είναι το επικρατέστερο κατιόν υπάρχει η πιθανότητα εμφάνισης τροφοπενίας καλίου (Chow 1990).

Σε συνθήκες χαμηλής εξωτερικής συγκέντρωσης καλίου η πρόσληψη του είναι εξειδικευμένη , όταν σε υψηλότερες εξωτερικές συγκεντρώσεις (>0,5 mmol/L) τα κατιόντα Να μπορούν ανταγωνιστικά να περιορίσουν την πρόσληψη του καλίου (Epstein et al. 1963).

Επιπλέον περίσσεια Να και Cl σε αλατούχα εδάφη διαταράσσουν την ιονική ισορροπία επηρεάζοντας την επιλεκτικότητα των κυτταρικών μεμβρανών στις ρίζες (Bohra and Dorffling, 1993).

Έτσι η συγκέντρωση των ιόντων καλίου στο εδαφικό διάλυμα σε σχέση με τη συγκέντρωση των υπολοίπων ιόντων καθορίζουν την ποσότητα του καλίου που θα προσληφθεί από τα φυτά.

 

Σε αντιστοιχία με άλλους αναπτυσσόμενους ιστούς και αποθησαυριστικά όργανα , οι ράγες αποτελούν σημαντική δεξαμενή καλίου. Το κάλιο είναι το επικρατέστερο κατιόν στις ώριμες ράγες.

Το περιεχόμενο των ραγών σε κάλιο γενικά αυξάνει κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου (Conradie 1981, Possner and Kliewer 1985, Doneche and Chardonnet 1992, Boselli et al. 1995, Rogiers et al. 2001) , παρουσιάζοντας μια απότομη αύξηση κατά την έναρξη της ωρίμανσης (Ollat and Gaudillere 1996).

Παράγοντες όπως η ποικιλία , το φορτίο , το κλίμα και οι εφαρμοζόμενες καλλιεργητικές πρακτικές που επηρεάζουν το ρυθμό αύξησης της ράγας και/ή το ρυθμό συσσώρευσης , αναμένεται να καθορίσουν την τελική συγκέντρωση του καλίου στις ράγες.

Το έδαφος , το μικροκλίμα και οι εφαρμοζόμενες καλλιεργητικές πρακτικές  επηρεάζουν την τελική  συγκέντρωση του καλίου στις ράγες ασκώντας επίδραση στην πρόσληψη από τις ρίζες , στην μετακίνηση του από τις ρίζες στις κληματίδες και αντίστροφα , στην ποσότητα του στις αποθησαυριστικούς ιστούς , στον αριθμό των ραγών , και στους ρυθμούς αύξησης σε σχέση με τη ζωηρότητα των πρέμνων.

Η αλληλεπίδραση των παραγόντων αυτών μεταξύ τους δυσχεραίνει τη ρύθμιση της συγκέντρωση του καλίου στις  ράγες στα επιθυμητά επίπεδα.

Το κάλιο είναι απαραίτητο για την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα του αμπελιού. Όμως οι υψηλές συγκεντρώσεις καλίου που συσσωρεύονται στις ράγες , ιδιαίτερα κατά την περίοδο της ωρίμανσης υπάρχει πιθανότητα να επιδράσουν αρνητικά στην ποιότητα του παραγόμενου οίνου καθώς προκαλείται μείωση του ελεύθερου τρυγικού οξέος με αποτέλεσμα την αύξηση του PH στο χυμό , στο γλεύκος και στον οίνο.

Έτσι γίνεται απαραίτητη η προσθήκη τρυγικού οξέος κατά την οινοποίηση προκειμένου να ρυθμιστεί το ΡΗ στα επιθυμητά επίπεδα. Όμως και πάλι η υψηλή συγκέντρωση καλίου μπορεί  να οδηγήσει και σε υψηλές απώλειες του προστιθέμενου τρυγικού οξέως λόγω καταβύθισης με τη μορφή τρυγικών αλάτων. Έτσι η υπόθεση ρύθμισης του ΡΗ κατά την οινοποίηση γίνεται δύσκολη και απαιτητική σε κόστος.

Διασφαλίζοντας ότι η συγκέντρωση καλίου στη ράγα είναι σε φυσιολογικά επίπεδα , επιτυγχάνεται η μείωση του κόστους εισροών κατά την οινοποίηση άλλα και του κόστους διαχείρισης των αποβλήτων στο οινοποιείο.

Χυμός σταφυλιού με υψηλό ΡΗ συχνά έχει ως αποτέλεσμα το γλεύκος και ο παραγόμενος οίνος να είναι περισσότερο ευαίσθητα στην οξείδωση και σε μικροβιολογικές προσβολές , ενώ ο οίνος έχει υψηλό ΡΗ , χαμηλή οξύτητα και επίπεδη γεύση (Somers 1977).

Το υψηλό ΡΗ μπορεί να επηρεάσει αρνητικά και την ποιότητα του χρώματος στους ερυθρούς οίνους. Ο βαθμός ιονισμού των ανθοκυανών , ο οποίος υποδεικνύει το ποσοστό του συνόλου των ανθοκυανών που βρίσκεται σε έγχρωμες μορφές , μειώνεται καθώς αυξάνει το ΡΗ (Somers 1975).

Οι ανθοκυάνες βρίσκονται στο φλοιό της ράγας (Somers and Pocock 1986), όπου και η συγκέντρωση του καλίου είναι γενικά ψηλότερη (Iland and Coombe1988, Walkeret al. 1998). Έτσι η συγκέντρωση καλίου στις ράγες μας απασχολεί συχνότερα στην ερυθρή οινοποίηση , καθώς κατά την ερυθρή οινοποίηση έχουμε συμπαραμονή του γλεύκους με τα στέμφυλα για χρόνο ικανό ώστε να εκχυλιστούν οι χρωστικές στο επιθυμητό επίπεδο. Όμως κατά την παρατεταμένη συμπαραμονή γλεύκους και στεμφύλων εκχυλίζεται και μεγαλύτερη ποσότητα καλίου.

Μεταξύ των ιστών της ράγας , η συγκέντρωση του καλίου ανά μονάδα νωπού βάρους είναι υψηλότερη στο φλοιό σε σχέση με τη σάρκα (Coombe 1987, Iland and Coombe 1988, Walker et al. 1998). Η συγκέντρωση καλίου στα σπέρματα είναι χαμηλότερη από αυτή του φλοιού , όμως είναι ελαφρώς υψηλότερη από τη συγκέντρωση στη σάρκα (Walker et al. 1998).

Ο βαθμός διαφοροποίησης στη συγκέντρωση καλίου μεταξύ των ιστών της ράγας ποικίλει ανάλογα με την καλλιεργούμενη ποικιλία και το συνδυασμό υποκειμένου / εμβολίου που χρησιμοποιείται.

Πειραματικά δεδομένα από πέντε ποικιλίες που αξιολογήθηκαν αυτόριζες και σε συνδυασμό με το υποκείμενο Ramsey έδειξαν ότι η συγκέντρωση καλίου στο φλοιό είναι 1,7-6,9 φορές μεγαλύτερη από αυτή της σάρκας και 1,6-4,3 φορές από αυτή των σπερμάτων.

Οι διαφορές αυτές μεταξύ των ιστών της ράγας μπορεί να ερμηνευτούν στη διαφορετική δομή των κυττάρων. Συγκριτικά με τη σάρκα τα κύτταρα του φλοιού είναι μικρότερα , με παχύτερα τοιχώματα και περισσότερο κυτόπλασμα (Harris et al.1968, Considine and Knox 1979, Nii and Coombe 1983). Η συγκέντρωση του καλίου στο κυτόπλασμα είναι 5 με 10 φορές μεγαλύτερη από αυτή στα χυμοτόπια (Flowers and uchli 1983).

Σε επίπεδο σάρκας η συγκέντρωση του καλίου είναι χαμηλότερη στην περιφερειακή ζώνη , ενώ αυξάνεται προς τους ιστούς του κέντρου (Coombe 1987).

Η συγκέντρωση καλίου στα μόνιμα μέρη του πρέμνου ( ρίζες , κορμός , κληματίδες) μπορεί να συμβεί σε όλη τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου , συμπεριλαμβανομένης και της περιόδου που ακολουθεί την συγκομιδή. Το κάλιο μπορεί να μετακινηθεί για να καλύψει τις ανάγκες των βλαστών , φύλλων και σταφυλιών , όταν η πρόσληψη από το έδαφος δεν επαρκεί.

Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης τους οι ράγες αποτελούν το ισχυρότερο σημείο συσσώρευσης καλίου ιδιαίτερα κατά την περίοδο ανάμεσα στον περκασμό και την ωρίμανση. Αυτό ενδεχομένως να οφείλεται στις υψηλές ανάγκες των ραγών κατά την περίοδο της ταχείας αύξησης των κυττάρων.

Κατά τη συγκομιδή , οι σταφυλές περιέχουν το 60% ή και περισσότερο του συνολικού περιεχόμενου σε κάλιο που αντιστοιχεί στο υπέργειο τμήμα του φυτού (Conradie 1981, Smart et al. 1985a,Williams et al. 1987).

Πειραματικά δεδομένα έδειξαν ότι μεταξύ περκασμού και ωρίμανσης το περιεχόμενο καλίου των σταφυλών αυξάνει και ότι τα επίπεδα καλίου που συσσωρεύονται είναι μεγαλύτερα από την ποσότητα που προσλαμβάνεται από το πρέμνο(Conradie 1981). Την ίδια περίοδο το περιεχόμενο κάλιο στον κορμό , τις ρίζες ,τις κληματίδες και τα φύλλα  μειώνεται (Conradie 1981).

Η διαφορά αυτή δείχνει ότι σημαντική ποσότητα καλίου που συσσωρεύεται στις ράγες μεταφέρεται από άλλα όργανα του φυτού.

Αντιθέτως , βρέθηκε ότι σε φυτά με υψηλό περιεχόμενο σε κάλιο δεν διαπιστώθηκε , μετακίνηση του μεταξύ των οργάνων κατά την περίοδο που προηγείται της συγκομιδής (Levy et al. 1972).

Η μετακίνηση του καλίου από τα υπόλοιπα όργανα στις ράγες φαίνεται ότι εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα του στο έδαφος , από την ικανότητα πρόσληψης του από το ριζικό σύστημα και από την απαιτούμενη ταχύτητα μετακίνησης του από τις κληματίδες στις ράγες προκειμένου να καλυφτούν οι ανάγκες τους σε κάλιο.

Πληροφορίες σχετικά με την κατανομή του καλίου στα μέρη της ράγας είναι χρήσιμες για την ανάπτυξη μεθόδων κατά την οινοποίηση που θα συμβάλλουν στη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στην ποιότητα των οίνων από τις υψηλές συγκεντρώσεις καλίου.

Ταυτόχρονα συμβάλλουν στην κατανόηση των μηχανισμών ελέγχου της προέλευσης , κατανομής και συσσώρευσης του καλίου στη ράγα.

 

Πηγή : A review of potassium nutrition in grapevines with special emphasis on berry accumulation. Mpelasoka, Schachtman,Treeby & Thomas ,2003. Australian Journal of Grape and Wine Research 9, 154–168.

Λίπανση. Φώσφορος – Κάλιο

Ο φώσφορος απορροφάται με τις δύο μορφές του μονοσθενούς (H2PO4-) και του δισθενούς  (HPO42-)  φωσφορικού ιόντος. Η διαθεσιμότητα των φωσφορικών ιόντων επηρεάζεται από το pH του εδάφους , με αποτέλεσμα σε τιμές pH μικρότερες από το 7 να είναι διαθέσιμα τα μονοσθενή φωσφορικά ιόντα , 

Λίπανση. Πότε Είναι Η Καταλληλότερη Εποχή. Άζωτο

Το άζωτο είναι ένα από τα σημαντικότερα θρεπτικά στοιχεία που χρειάζονται τα φυτά προκειμένου να αναπτυχθούν επαρκώς. Τα νιτρικά (NO3-) και τα αμμωνιακά (NH4+) ιόντα αποτελούν τις βασικές μορφές αζώτου που απορροφώνται από τα φυτά. Τα αμμωνιακά ιόντα προσλαμβάνονται με μικρότερη ταχύτητα και μετατρέπονται στη 

Το Άζωτο Στα Φυτά

Τα φυτά χρειάζονται μεγάλες ποσότητες αζώτου , με την περιεκτικότητα της ξηρή τους ουσίας να ανέρχεται σε 3 με 4% σε άζωτο. Παρά την αφθονία του το ατμοσφαιρικό άζωτο δεν είναι διαθέσιμο για την ανάπτυξη των φυτών. Τα περισσότερα φυτά το προμηθεύονται αποκλειστικά από το έδαφος , και επιπλέον το προσλαμβάνουν σε δύο μόνο ανόργανες μορφές : την αμμωνιακή και τη νιτρική. Αν και αποδεικνύεται από πειραματισμούς ότι τα φυτά αναπτύσσονται καλύτερα υπό την επίδραση μείγματος αμμωνιακών και νιτρικών , σε αναλογία που εξαρτάται από το φυτικό είδος , η μεγαλύτερη ποσότητα του αζώτου προσλαμβάνεται με τη μορφή των νιτρικών ιόντων. 

Εξαιτίας της γρήγορης μικροβιακής μετατροπής των αμμωνιακών σε νιτρικά στο έδαφος και της μεγαλύτερης κινητικότητας των τελευταίων , οι ρίζες είναι περισσότερο εκτεθειμένες στα νιτρικά παρά στα αμμωνιακά. Σε υγρά ή όξινα οικοσυστήματα αυτό μπορεί να διαφέρει. Για παράδειγμα , καλλιέργειες που αναπτύσσονται υπό συνθήκες κατάκλισης , όπως το ρύζι , προσλαμβάνουν την μεγαλύτερη ποσότητα του αζώτου με τη μορφή των αμμωνιακών.

Το άζωτο που προσλαμβάνεται από τις ρίζες μεταβολίζεται  και μεταφέρεται στα ανώτερα μέρη του φυτού , συνήθως με τη μορφή της αμινομάδας ( ΝΗ2). Στο υπέργειο τμήμα του φυτού το άζωτο της αμινομάδας μετατρέπεται σε αμινοξέα και στη συνέχεια σε πρωτεΐνες. Έτσι η ένταση του μεταβολισμού του αζώτου και ο ρυθμός σύνθεσης των πρωτεϊνών ελέγχουν την είσοδο του αζώτου στα διάφορα τμήματα του φυτού. Γενικά , το άζωτο στα φυτά συγκεντρώνεται στα νεώτερα τμήματα , με τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης. Όταν η πρόσληψη του αζώτου από τις ρίζες είναι ανεπαρκής , τότε το άζωτο από τα γηραιότερα φύλλα μετακινείται προκειμένου να θρέψει τα νεώτερα όργανα του φυτού. Οι πρωτεΐνες σε αυτά τα φύλλα υδρολύονται στα αμινοξέα τους(πρωτεόλυση) τα οποία με τη σειρά τους επαναδιανέμονται στα αναπτυσσόμενα άκρα και στα νεώτερα φύλλα. Η πρωτεόλυση στα γηραιότερα φύλλα έχει ως αποτέλεσμα την μείωση της περιεχόμενης χλωροφύλλης και την εμφάνιση κίτρινου χρώματος το οποίο συχνά αποτελεί σύμπτωμα τροφοπενίας αζώτου.

Στο πράσινο φυτικό υλικό το πρωτεϊνικό άζωτο αποτελεί με διαφορά το μεγαλύτερο κλάσμα των ενώσεων με περιεχόμενο αζώτου συγκεντρώνοντας περίπου το 80-85% του συνολικού αζώτου. Πολλά φυτά ( πχ μπιζέλια , φασόλια , σόγια ) καλλιεργούνται ειδικά για την παραγωγή φυτικών πρωτεϊνών για τροφή ανθρώπων και ζώων. Ο ρυθμός της ανάπτυξης και το περιεχόμενο σε πρωτεΐνες των φυτών επηρεάζεται σημαντικά από το διαθέσιμο άζωτο από το έδαφος και τα λιπάσματα.

Άλλα τμήματα του αζώτου στα φυτά είναι τα νουκλεϊκά οξέα , RNA και DNA , τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το 10% του συνολικού αζώτου και τα ελεύθερα αμινοξέα μαζί με τις υπόλοιπες ενώσεις με περιεχόμενη αμινομάδα που αντιπροσωπεύουν το 5%.

Στα φυτά , το άζωτο επικρατεί σε λειτουργικές ενώσεις όπως τα ένζυμα και λιγότερο σε δομικά στοιχεία όπως οι ίνες. Τα περισσότερα φυτά αποθηκεύουν ενέργεια για τα σπορόφυτα με τη μορφή υδρογονανθράκων( άμυλο και λίπος) , αλλά τα ψυχανθή ,όπως τα μπιζέλια , οι φακές και τα φασόλια συσσωρεύουν επιπλέον αποθέματα πρωτεϊνών στους σπόρους τους. Τα άγρια ψυχανθή φυτά έχουν τη δική τους οικολογική σημασία σε εδάφη φτωχά σε άζωτο γιατί δεν εξαρτώνται από τα διαθέσιμα αποθέματα του εδάφους. Για να εμποδίσουν την έλλειψη αζώτου στο σπορόφυτο πριν αποκτήσει το δικό του συμβιωτικό σύστημα για τη δέσμευση του ατμοσφαιρικού αζώτου , τα αποθέματα πρωτεϊνών του σπόρου λειτουργούν ως πρόσκαιρη πηγή αζώτου.

Πηγή : Kummer Karl-Friedrich (BASF AG) and Chris Dawson and Associates , (2003). Understanding Nitrogen and its Use in Agriculture. Published by European Fertillizer Manufacturers Association (EFMA).